φιλοῦν

φιλοῦν
φιλέω
love
pres part act masc voc sg (attic epic doric)
φιλέω
love
pres part act neut nom/voc/acc sg (attic epic doric)
φιλόω
pres part act masc voc sg
φιλόω
pres part act neut nom/voc/acc sg
φιλόω
pres inf act (epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • περιδροσίζω — ΝΜ δροσίζω κάποιον ή κάτι ολόγυρα («και τού φιλούν το μέτωπο και τόν περιδροσίζουν», Βαλαωρ.) …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”